ισόθρονος

ισόθρονος
ἰσόθρονος, -ον (Α)
αυτός που κάθεται σε ίσο, ισάξιο θρόνο με άλλον, αυτός που έχει την ίδια μεγαλειότητα με κάποιον άλλο.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”